Μουτ

Μουτ
Αρχαία αιγυπτιακή θεά, σύζυγος του Άμμωνα. Ανήκε στις κοσμογονικές θεότητες (μουτ σημαίνει μητέρα). Την παρίσταναν με κεφαλή γύπα ή και σαν γύπα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Χατσεψούτ — Κόρη του φαραώ Tούθμωση A’, που βασίλεψε στην Αίγυπτο ως φαραώ (18η δυναστεία). Ο Tούθμωσης B’, γιος του Tούθμωση A’ όχι από την επίσημη σύζυγό του, νομιμοποίησε την εξουσία του με τον γάμο τον οποίον έκανε με τη X., κόρη της επίσημης συζύγου του …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • θεοκρατία — Μορφή διακυβέρνησης στην οποία η πολιτική εξουσία είναι υποταγμένη στη θρησκευτική εξουσία ή στην εξουσία ενός προσώπου, κάστας ή οργάνωσης που ισχυρίζεται ότι την κατέχει απευθείας από τον Θεό. Μια πρώτη μορφή θ., η πιο συχνή κατά την αρχαιότητα …   Dictionary of Greek

  • Θήβαι — I Αρχαία πόλη της Αιγύπτου, στη θέση της σημερινής πόλης Λούξορ, η οποία είναι ιδιαίτερα πλούσια, κυρίως στα περίχωρά της, σε αρχαιολογικά ευρήματα εξαιρετικής αξίας. H πόλη, που ονομαζόταν από τους Έλληνες και Διόσπολις, άρχισε να ακμάζει κατά… …   Dictionary of Greek

  • Καρνάκ — I Αρχαιολογική τοποθεσία στην ανατολική Αίγυπτο, δίπλα στην ανατολική όχθη του ποταμού Νείλου. Το Κ. αποτελεί το βόρειο μέρος των αρχαίων Θηβών· το νότιο μέρος βρίσκεται στο Λούξορ. Η σημασία του Κ. έγκειται στο συγκρότημα των αρχαίων ναών της… …   Dictionary of Greek

  • Λούξορ — (αιγυπτ. El Uqsor, διεθν. Luxor). Πόλη (360.503 κάτ. το 1996) της Αιγύπτου και κυβερνείο (επαρχία) της χώρας στην Άνω Αίγυπτο. Η πόλη βρίσκεται στην ανατολική όχθη του Νείλου και είναι χτισμένη, μαζί με τη γειτονική Ελ Καρνάκ, στην τοποθεσία των… …   Dictionary of Greek

  • Σένμουτ — Γράφεται και Σεν Μουτ. Αρχαίος Αιγύπτιος αρχιτέκτονας (16ος 15ος αι. π.Χ.). Εργάστηκε στις Θήβες, το σημερινό Λούξορ, όπου έχτισε τον ναό της βασίλισσας Χατσεψούτ στην περιοχή του σημερινού Ντερ ελ Μπάχαρι. Διεύθυνε επίσης τις εργασίες στους… …   Dictionary of Greek

  • Σέχμετ — Αναφέρεται και με το όνομα Σέκμετ. Αιγυπτιακή θεότητα της Μέμφιδας, σύζυγος ίσως του Πταχ. Απεικονίζεται με κεφάλι λέαινας, το οποίο περιβάλλεται από το δίσκο του ήλιου. Αγάλματα με τη θεά καθιστή ή όρθια προέρχονται από το ναό του Μουτ στις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”